GreekEnglish (United Kingdom)GermanFrenchSpanishItalianRussianRomanianSerbian

O χρόνος της Αναστάσεως του Χριστού και η αφετηρία του θαύματος του Αγίου Φωτός


Παράρτημα 2ο

 

Η Ανάσταση του Χριστού είναι το γεγονός που άλλαξε τη ροή της παγκόσμιας ιστορίας και μέσω αυτού, όπως λέγει ο απόστολος Παύλος, «τὰ ἀρχαῖα ἐπέρασαν καὶ ἔχουν γίνει ὅλα καινούργια».275 Χωρίς την Ανάσταση του Χριστού, όπως επισημαίνει ο Παύλος, η χριστιανική πίστη δεν έχει καμία αξία.276 Η Ανάσταση του Θεανθρώπου αποτελεί τον θεμέλιο λίθο και τον πυρήνα της χριστιανικής πίστης. Το ίδιο γεγονός αποτελεί τον πυρήνα και του παρόντος βιβλίου, διότι αποτελεί την αφετηρία και την αιτία του θαύματος του Αγίου Φωτός.

Το Άκτιστον Φως που φανερώθηκε την ώρα της Αναστάσεως του Θεανθρώπου δεν ήταν ένα φως συνοδευτικό, αλλά ένα Φως που ήταν ενωμένο με τη Θεότητα του αναστημένου Χριστού. Η Ανάσταση του Θεανθρώ­που και η ταυτόχρονη εμφάνιση του Ακτίστου Φωτός δεν αποτελούν δύο διαφορετικά γεγονότα, αλλά ένα και το αυτό – διότι ο Χριστός δεν μπορεί να διαχωριστεί από το Φως της Θεότητάς του. Κατά συνέπεια, η ιστορική διερεύνηση του θαύματος του Αγίου Φωτός, που έχει ήδη ολοκληρωθεί, θα καταστεί ακόμη πιο πλήρης αν προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε την αφετηρία αυτού του θαύματος – αν διερευνήσουμε το ίδιο το γεγονός της Αναστάσεως του Θεανθρώπου και τον ακριβή χρόνο που αυτό έλαβε χώρα.

Αυτή τη διερεύνηση θα επιχειρήσουμε σε αυτό το παράρτημα. Και για να τη φέρουμε εις πέρας θα πρέπει πρώτα να επισημάνουμε και να διευκρινίσουμε ένα πολύ σημαντικό λάθος που συναντάται στις μεταφράσεις του Ευαγγελίου του Ματθαίου (εδάφιο 28:1 ) – σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου – το οποίο σχετίζεται με τον χρόνο της Αναστάσεως του Χριστού.

Όταν είχα μελετήσει για πρώτη φορά το έργο του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Περί της τριημέρου προθεσμίας της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού, είχα διαβάσει μια αναφορά του αγίου που μου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση: ότι η Ανάσταση του Χριστού, όπως αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος, έλαβε χώρα σε μια πολύ συγκεκριμένη ώρα: κατά την εσπέρα του Σαββάτου, όταν άρχιζε η νύχτα.

«Μα πώς είναι δυνατόν;», αναρωτήθηκα. Οι μεταφράσεις του Ευαγγελίου του Ματθαίου δεν αναφέρουν κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, αναφέρουν ότι η Ανάσταση του Χριστού έλαβε χώρα κατά το ξημέρωμα της Κυριακής, λίγο πριν ανατείλει ο Ήλιος. Η θέση αυτή έχει επιπλέον υποστηριχθεί από αναρίθμητους θεολόγους και καθηγητές πανεπιστημίου απ’ όλο τον κόσμο. Είναι δυνατόν, όλοι αυτοί, να έχουν κάνει ένα τόσο σοβαρό λάθος; Ας εξετάσουμε λοιπόν τι ακριβώς αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, σε μετάφραση της Αποστολικής Διακονίας:

«Μετὰ τὸ Σάββατον, μόλις ἄρχισε νὰ φωτίζη ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἦλθε ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καὶ ἡ ἄλλη Μαρία διὰ νὰ ἰδοῦν τὸν τάφον. Καὶ ἔγινε μεγάλος σεισμός, διότι ἕνας ἄγγελος τοῦ Κυρίου κατέβηκε ἀπό τὸν οὐρανόν, ἐπλησίασε καὶ ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπό τὴν πόρτα τοῦ μνήματος καὶ ἐκαθότανε ἐπάνω σ’ αὐτόν. Τὸ πρόσωπόν του ἦτο σὰν ἀστραπή καὶ τὸ ἔνδυμά του ἄσπρο σὰν τὸ χιόνι. Οἱ φύλακες τότε ἐφοβήθηκαν καὶ ἐταράχθηκαν καὶ ἔγιναν σὰν νεκροί. Τότε μίλησε ὁ ἄγγελος καὶ εἶπε εἰς τὶς γυναῖκες, «Σεῖς μὴ φοβᾶσθε. Ξέρω ὅτι ζητᾶτε τὸν Ἰησοῦν τὸν σταυρωμένον. Δὲν εἶναι ἐδῶ, διότι ἀναστήθηκε, καθώς εἶχε πῆ». (Ματθ. 28, 1)
Το απόσπασμα του Ματθαίου μάς γνωστοποιεί τον χρόνο που μετέβησαν στον Τάφο η Θεοτόκος και η Μαρία η Μαγδαληνή, την ώρα που έγινε ο μεγάλος σεισμός και αποκυλίστηκε ο λίθος. Η Ανάσταση του Χριστού είχε λάβει χώρα ελάχιστη ώρα νωρίτερα, με σφραγισμένο το μνήμα.

Σύμφωνα με την ανωτέρω μετάφραση, τα γεγονότα που περιγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος συνέβησαν μόλις άρχισε «να φωτίζει», δηλαδή μόλις άρχισε να ξημερώνει η Κυριακή. Πώς είναι δυνατόν ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης να ισχυρίζεται ακριβώς το αντίθετο; Ότι η Ανάσταση του Χριστού έγινε αμέσως μετά τη δύση του Ηλίου, όταν άρχιζε το βράδυ του Σαββάτου;

Ας εξετάσουμε λοιπόν το αρχαίο κείμενο του Ευαγγελίου του Ματθαίου, το οποίο αρχίζει ως εξής: «Ὀψὲ δὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων». Διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν δύο φράσεις που προσδιορίζουν τον ακριβή χρόνο:
α. η φράση «Ὀψὲ σαββάτων»
β. η φράση «τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων».

Οι δύο αυτές φράσεις, αν και είναι γραμμένες στα ελληνικά, αποτελούν δύο καθαρά εβραϊκές διατυπώσεις. Γι’ αυτό, η ημέρα Σάββατο είναι γραμμένη στον πληθυντικό (σαββάτων), ενώ η ημέρα Κυριακή αναγράφεται ως «μίαν σαββάτων». Οι δύο αυτές φράσεις έχουν ακριβώς το ίδιο νόημα και ορίζουν την ώρα που πέφτει η νύχτα του Σαββάτου. Η πρώτη λέξη του αποσπάσματος, η λέξη «ὀψὲ», όταν συνδυάζεται με μια ημέρα της εβδομάδας, σημαίνει: «όταν βραδιάζει» ή «κατά την εσπέρα». Με τη λέξη εσπέρα ορίζουμε το χρονικό διάστημα από τη δύση του Ηλίου μέχρι που να πέσει η νύχτα. Η λέξη «ὀψὲ» μπορεί επίσης να σημαίνει «στο τέλος» ενός γεγονότος. Άρα, η φράση «Ὀψὲ σαββάτων» μπορεί να μεταφραστεί με δύο τρόπους:
α. «Όταν βράδιασε το Σάββατο» ή «κατά την εσπέρα του Σαββάτου».
β. «Μετά το τέλος του Σαββάτου» (δηλαδή μετά τη δύση του Ηλίου).

Και οι δύο μεταφράσεις είναι σωστές και ορίζουν την ίδια ακριβώς ώρα: όταν άρχισε να νυχτώνει. Αυτό σημαίνει ότι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης είχε δίκιο στην αναφορά του. Θα γνωρίσουμε αργότερα αυτή την αναφορά.
Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι η λέξη «ὀψὲ»277 συναντάται άλλες δύο φορές στην Καινή Διαθήκη. Και στις δύο περιπτώσεις η λέξη μεταφράζεται «όταν βραδιάζει».278 Ο Dr. Moshe Schwabe279 έχει επιπλέον επισημάνει ότι η φράση του Ματθαίου «Ὀψὲ Σαββάτων» είναι ίδια με τη φράση του Θουκυδίδη «ὀψὲ τῆς ἡμέρας» που σημαίνει «όταν πλησίαζε να νυχτώσει».280

Ας περάσουμε τώρα στη δεύτερη φράση του αρχαίου κειμένου του Ματθαίου: «ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων», που συνήθως μεταφράζεται «μόλις ἄρχισε νὰ φωτίζη ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος». Εδώ γίνεται η μεγάλη παρερμηνεία. Η συγκεκριμένη μετάφραση, παρόλο που είναι σωστή κατά λέξη, οδηγεί σε τελείως λάθος νόημα, διότι ο αναγνώστης νομίζει ότι η λέξη «φωτίζει» σημαίνει «ξημερώνει». Δεν είναι όμως έτσι. Όταν οι Εβραίοι χρησιμοποιούσαν την έκφραση «φώτισε η νέα ημέρα» δεν εννοούσαν ότι ξημέρωσε το πρωί, αλλά ότι «ήρθε στο φως η νύχτα της νέας ημέρας».281

Σύμφωνα με τον ιουδαϊκό νόμο, η αλλαγή της ημέρας γινόταν την εσπέρα, όταν άρχιζε η νύχτα. Αυτή η παράδοση υπήρχε, διότι, σύμφωνα με τη Γένεση, ο Θεός δημιούργησε πρώτα τη νύχτα και μετά το πρωί. Κατά συνέπεια, για τους Ιουδαίους, ο «φωτισμός» της νέας ημέρας αντιστοιχούσε χρονικά στο σούρουπο.
Πολλοί μελετητές του Ευαγγελίου του Ματθαίου, άριστοι γνώστες της εβραϊκής και της ελληνικής γλώσσας, όπως οι John Lightfoot,282 George Moore,283 Morton Smith284 και Daniel Boyarin,285 έχουν επισημάνει ότι η φράση του Ματθαίου αποτελεί έναν σημιτισμό, δηλαδή μια εβραϊκή έκφραση που μεταφράστηκε στα ελληνικά, η οποία δηλώνει την ώρα που πέφτει η νύχτα και αρχίζει η νέα ημέρα της Κυριακής κατά το ιουδαϊκό ημερολόγιο.286 Την ίδια θέση έχει υποστηρίξει και o Dr. Isaac Wilk Oliver.287

Η φράση λοιπόν «τῇ ἐπιφωσκούσῃ288 εἰς μίαν σαββάτων» μεταφράζεται «όταν φάνηκε (άρχισε) η ημέρα της Κυριακής» και δηλώνει τον χρόνο μετά τη δύση του Ηλίου το βράδυ του Σαββάτου. Η ίδια φράση συναντάται και στο Ευαγγέλιο του Λουκά, όμως, εκεί συνήθως μεταφράζεται σωστά. Ο Λουκάς προσδιορίζει τον χρόνο της ταφής του Χριστού με τη φράση: «καὶ ἡμέρα ἦν παρασκευή, καὶ σάββατον ἐπέφωσκε», που σημαίνει «και ήταν ημέρα Παρασκευή και μόλις άρχιζε (φώτιζε) το Σάββατο».289 Δηλαδή, η Ταφή του Χριστού έγινε μετά τη δύση του Ηλίου, όταν άρχισε (φώτισε) η ημέρα του Σαββάτου (κατά το εβραϊκό ημερολόγιο). Αυτό επιβεβαιώνουν και οι ευαγγελιστές Μάρκος και Ματθαίος.290

Η φράση λοιπόν του Λουκά «σάββατον ἐπέφωσκε» και η φράση του Ματθαίου «ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων» χρησιμοποιούν το ίδιο ρήμα και ορίζουν τον ίδιο χρόνο (σούρουπο) με διαφορά μιας ημέρας. Αυτό σημαίνει ότι η Ταφή του Χριστού και η Ανάστασή του, έγιναν την ίδια ώρα, λίγο μετά τη δύση του Ηλίου (περίπου στις 19:00),291 με διαφορά βεβαίως μιας ημέρας. Ανακεφαλαιώνοντας όλα τα ανωτέρω καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η Ανάσταση του Χριστού έλαβε χώρα την εσπέρα του Σαββάτου και ότι η φράση του Ματθαίου «Ὀψὲ δὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων» πρέπει να μεταφράζεται ως εξής: «Το σούρουπο του Σαββάτου, όταν άρχισε η ημέρα της Κυριακής».

Προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως η ορθή μετάφραση του εδαφίου που μόλις παραθέσαμε επιβεβαιώνεται απ’ όλες τις αρχαίες μεταφράσεις της Καινής Διαθήκης – όπως η λατινική μετάφραση του αγίου Ιερωνύμου292 (Vulgata), η συριακή Πεσίτα, η αιθιοπική, η αραβική, η αρμενική μετάφραση του 5ου αιώνα κ.ά. – οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι η μετάβαση της Μαρίας της Μαγδαληνής και της «άλλης Μαρίας» στον Τάφο έλαβε χώρα το σούρουπο του Σαββάτου, όπως και η Ανάσταση του Χριστού που πραγματοποιήθηκε ελάχιστη ώρα νωρίτερα.
Στο σημείο αυτό, αφού έχουμε πλέον ολοκληρώσει την έρευνά μας σχετικά με τον χρόνο της Αναστάσεως του Χριστού, μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα παράδοξο φαινόμενο: το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο του Ευαγγελίου του Ματθαίου και όλες ανεξαιρέτως οι αρχαίες μεταφράσεις του (λατινική, αρμενική, αιθιοπική, αραβική και συριακή) αναφέρουν με σαφήνεια ότι η Ανάσταση του Χριστού έγινε μόλις βράδιασε το Σάββατο, λίγη ώρα μετά τη δύση του Ηλίου, ενώ όλες οι σύγχρονες μεταφράσεις του Ευαγγελίου του Ματθαίου – που έχει εκδοθεί σε περίπου 1650 γλώσσες και διαλέκτους – αναφέρουν ότι η Ανάσταση του Χριστού έγινε όταν ξημέρωνε η Κυριακή. Η χρονική απόκλιση είναι πολύ μεγάλη. Το αρχαίο κείμενο λέει «όταν βράδιαζε» και οι μεταφράσεις λένε «όταν ξημέρωνε». Έχουμε σχεδόν πλήρη αντιστροφή του νοήματος. Εδώ όμως ανακύπτει αυθόρμητα ένα κρίσιμο ερώτημα. Για ποιο λόγο το απόσπασμα του Ματθαίου μεταφράστηκε με τόσο λάθος τρόπο;

Η απάντηση είναι απλή και αφήνουμε να τη διατυπώσει ο Daniel Boyarin: «Αυτοί που θέλουν να μεταφράζουν τη λέξη επιφωσκούση ως ξημέρωμα, που είναι μια αναφορά στο πρωί της Κυριακής, συνήθως το κάνουν με σκοπό να εναρμονίσουν τον Ματθαίο με τις άλλες ευαγγελικές αναφορές».293

Η επισήμανση του Boyarin είναι εύστοχη. Στις αρχές του 4ου αιώνα ο Ευσέβιος Καισαρείας, έχοντας αναμφίβολα καλή πρόθεση, ήταν ο πρώτος που προσπάθησε να εναρμονίσει χρονικά τις αναφορές των ευαγγελιστών.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει ότι η μετάβαση των μυροφόρων γυναικών (περισσότερες από πέντε) στον Τάφο του Χριστού έλαβε χώρα λίγο πριν το ξημέρωμα της Κυριακής, ενώ υπήρχε ακόμη σκοτάδι.
Ο ευαγγελιστής Μάρκος αναφέρει ότι η μετάβαση των μυροφόρων (τρεις στον αριθμό) έλαβε χώρα το πρωί της Κυριακής, μετά την ανατολή του Ηλίου.
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης αναφέρει μόνο μία γυναίκα, τη Μαρία τη Μαγδαληνή, η οποία μετέβη στον Τάφο τη νύχτα.
Ο ευαγγελιστής Ματθαίος, όπως ήδη διαπιστώσαμε από την έρευνά μας, αναφέρει τη Θεοτόκο και τη Μαρία τη Μαγδαληνή, οι οποίες μετέβησαν στον Τάφο το σούρουπο του Σαββάτου. Οι αναφορές των ευαγγελιστών δεν συ­μπίπτουν ούτε χρονικά ούτε στον αριθμό των προσώπων.
Ο Ευσέβιος, στις αρχές του 4ου αιώνα, ήταν ο πρώτος που διατύπωσε την άποψη ότι οι αναφορές του Ιωάννη, του Λουκά και του Ματθαίου αφορούν το ίδιο γεγονός και ότι οι μεταβάσεις των γυναικών στον Τάφο έγιναν στον ίδιο χρόνο – λίγο πριν το ξημέρωμα.294 Απ’ αυτή τη θέση ξεκίνησε μια εκκλη­σιαστική παράδοση η οποία διατηρήθηκε μέχρι τις ημέρες μας.

Η θέση του Ευσεβίου ότι οι επισκέψεις των γυναικών στον Τάφο είναι το ίδιο γεγονός, τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι είναι κοινός και ο χρόνος της μετάβασής τους. Κατά συνέπεια, έπρεπε να «μετατοπιστεί» χρονικά η αναφορά του Ματθαίου προς το ξημέρωμα, ώστε να εναρμονίζεται με τις αναφορές του Ιωάννη και του Λουκά.
Χρειαζόταν όμως αυτός ο εναρμονισμός; Είναι δυνατόν οι ευαγγελιστές να είχαν μία τόσο σοβαρή διαφωνία σχετικά με τον χρόνο της μετάβασης των γυναικών στον Τάφο; Ή μήπως αυτή η διαφωνία είναι ανύπαρκτη και φαινομενική; Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα μας δίνουν τρεις εξέχουσες προσωπικότητες της Εκκλησίας: ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο άγιος Ιερώνυμος και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς.

Ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, Γρηγόριος ο Παλαμάς, αναφέρει τα εξής: «Οι μυροφόρες ήταν πολλές και ήλθαν στον τάφο όχι μία φορά αλλά και δύο και τρεις φορές, συντροφιά μεν, αλλά όχι οι ίδιες… Κάθε ευαγγελιστής λοιπόν αναφέρει μία προσέλευση γυναικών και παραλείπει τις άλλες».295 Παρόμοια ερμηνεία διατυπώνει ο Γρηγόριος Νύσσης καθώς και ο Ιερώνυμος, ο οποίος αναφέρει τα εξής: «Οι αγίες αυτές γυναίκες… επειδή δεν άντεχαν την απουσία του Χριστού, όχι μία, ούτε δύο, αλλά ξανά και ξανά, καθ’ όλη τη νύχτα, έτρεχαν στον Τάφο του Κυρίου, ειδικά μετά από τον σεισμό».296

Από τις αναφορές αυτές καθίσταται φανερό ότι οι επισκέψεις των γυναικών στον Τάφο του Ιησού ήταν διαφορετικά γεγονότα και κατά συνέπεια δεν υπάρχει διαφωνία μεταξύ των ευαγγελιστών. Αν, όμως, εμβαθύνουμε στο ζήτημα αυτό, θα διαπιστώσουμε ότι δεν ήταν όλες οι επισκέψεις διαφορετικές.
Για να γίνει αυτό κατανοητό, οφείλουμε να επικεντρωθούμε σ’ ένα πολύ σημαντικό σημείο: στο κίνητρο και στον σκοπό της μετάβασης των γυναικών στον Τάφο. Οι γυναίκες που αναφέρονται από τον Μάρκο και τον Λουκά ήταν μυροφόρες, διότι μετέβαιναν στον Τάφο με σκοπό να επαλείψουν το Σώμα του Θεανθρώπου με μύρα – κατά το ιουδαϊκό έθιμο – χωρίς να πιστεύουν ότι ο Ιησούς θα μπορούσε να έχει αναστηθεί. Οι δύο Μαρίες, όμως, που αναφέρονται από τον Ματθαίο, καθώς και η μία Μαρία που αναφέρεται από τον Ιωάννη, δεν περιγράφονται ως μυροφόρες. Η Θεοτόκος και η Μαρία η Μαγδαληνή αναχώρησαν για τον Τάφο για τελείως διαφορετικό λόγο: απλώς «διά να ιδούν τον Τάφο», γράφει ο Ματθαίος. Η Θεοτόκος δεν θα μπορούσε να φέρει μαζί της μύρα, διότι εγνώριζε και ανέμενε την Ανάσταση του Υιού και Θεού της.

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας έχει υποστηρίξει ότι οι μεταβάσεις των γυναικών που αναφέρονται από τους ευαγγελιστές Ματθαίο και Ιωάννη ταυτίζονται ως γεγονός. Και έχει δίκιο. Όσον αφορά τον χρόνο του γεγονότος, ο Κύριλλος θεωρεί ότι ο Ματθαίος αναφέρεται στην αρχή της νύχτας, ενώ ο Ιωάννης αναφέρεται στο τέλος της νύχτας. Κατά συνέπεια, ο Κύριλλος αποδέχεται ως χρονική λύση το μέσον της νύχτας297 – θέση που είναι καθ’ όλα σεβαστή. Αν όμως εξετάσουμε προσεκτικά την αναφορά του ευαγγελιστή Ιωάννη, θα διαπιστώσουμε ότι αυτή δεν αναφέρεται κατ’ ανάγκη στο τέλος της νύχτας. Αντιθέτως, μπορεί κάλλιστα να αναφέρεται στην αρχή της νύχτας. Το αρχαίο κείμενο του εδαφίου 20,1 του Ιωάννη λέγει τα εξής: «Τὴ δὲ μιᾶ τῶν σαββάτων Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἔρχεται πρωΐ σκοτίας ἔτι οὔσης εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ βλέπει τὸν λίθον ἠρμένον ἐκ τοῦ μνημείου».
Η φράση «Τὴ δὲ μιᾶ τῶν σαββάτων» εμπερικλείει την έννοια της εσπέρας και της αρχής της Κυριακής. Η ίδια φράση συναντάται στις Πράξεις των Αποστόλων (20, 7) και έχει αυτήν ακριβώς την έννοια – την ώρα της εσπέρας.298 Όσον αφορά τη λέξη πρωί που υπάρχει στο απόσπασμα του Ιωάννη, αυτή έχει δύο έννοιες στην αρχαία ελληνική γλώσσα. Εκτός από πρωί σημαίνει και εγκαίρως, νωρίς, πολύ νωρίς.299 Και επειδή στο εδάφιο του Ιωάννη υπάρχει η φράση «σκοτίας ἔτι οὔσης» (ήταν ακόμη σκοτάδι), η λέξη πρωί μπορεί να μεταφραστεί μόνο ως νωρίς. Με αυτόν τον τρόπο άλλωστε μεταφράζεται σε όλες τις αγγλικές μεταφράσεις300 καθώς και στην έγκριτη μετάφραση της Αποστολικής Διακονίας, όπου διαβάζουμε τα εξής: «Ἐνωρίς τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, ἐνῶ ἤτανε ἀκόμη σκοτάδι, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή ἦλθε εἰς τὸ μνημεῖον, καὶ εἶδε ὅτι ὁ λίθος εἶχε ἀφαιρεθῆ ἀπό τὸ μνῆμα».

Η Μαρία η Μαγδαληνή μετέβη στον Τάφο «νωρίς» την Κυριακή. Όμως, η Κυριακή των Ιουδαίων άρχιζε το σούρουπο του Σαββάτου. Άρα η λέξη «νωρίς» σημαίνει «νωρίς τη νύχτα». Η Μαρία η Μαγδαληνή λοιπόν μετέβη για πρώτη φορά στον Τάφο στην αρχή της νύχτας – μαζί με τη Θεοτόκο.
Αν αποδώσουμε το εδάφιο του Ιωάννη σύμφωνα με τα σημερινά χρονικά δεδομένα σημαίνει αναμφίβολα «πριν το ξημέρωμα». Αν, όμως, το αποδώσουμε σύμφωνα με τα ιουδαϊκά χρονικά δεδομένα του 1ου αιώνα σημαίνει «στην αρχή της νύχτας». Η γνώμη μας είναι ότι πρέπει να ακολουθήσουμε και πάλι τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Ό,τι πράξαμε και με το εδάφιο 28,1 του Ματθαίου.

Ακριβώς την ίδια ερμηνεία πρέπει να αποδώσουμε στη λέξη πρωί και στο εδάφιο 16:9 του Ευαγγελίου του Μάρκου, όπου επίσης συναντάται ένα σημαντικό μεταφραστικό και ερμηνευτικό λάθος.301
Η Μαρία η Μαγδαληνή είδε τον αποκυλισμένο λίθο και το κενό μνήμα στην αρχή της νύχτας, δεν είδε όμως τον αναστημένο Θεάνθρωπο – σε αντίθεση με τη Θεοτόκο, η οποία τον είδε και τον άγγιξε. Η Μαρία η Μαγδαληνή επέστρεψε στον Τάφο αργότερα τη νύχτα, μαζί με τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη, και όταν έμεινε μόνη της, μετά την αποχώρηση των δύο αποστόλων, τότε είδε τον αναστημένο Χριστό.
Οι αναφορές λοιπόν των ευαγγελιστών Ιωάννη και Ματθαίου σχετικά με τη μετάβαση των γυναικών στον Τάφο ταυτίζονται όχι μόνο ως προς το γεγονός που περιγράφουν, αλλά και ως προς τον χρόνο του γεγονότος. Επιπλέον, και οι δύο επιλέγουν να μην αναφέρουν τη Θεοτόκο. Ο Ιωάννης δεν την αναφέρει καθόλου, ενώ ο Ματθαίος την αναφέρει με τρόπο μυστικό: ως «άλλη Μαρία». Γιατί όμως οι ευαγγελιστές αποκρύβουν την παρουσία της Θεοτόκου στον Τάφο;

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, όπως ήδη αναφέρθηκε, υποστηρίζει ότι οι απόστολοι δεν ήθελαν να φανερώσουν ότι η Ανάσταση του Χριστού ήταν μια είδηση που διαδόθηκε από τη μητέρα του, για να μην δώσουν δικαιώματα στους πολέμιους της χριστιανικής πίστης. Επιπλέον, την εποχή εκείνη, όπως αναφέρει ο ιστορικός Ιώσηπος, η μαρτυρία μιας γυναίκας (ειδικά στις δικαστικές αίθουσες) δεν είχε σχεδόν καμία αξία. «Από γυναίκες», γράφει ο Ιώσηπος, «καμία μαρτυρία δεν πρέπει να γίνεται δεκτή λόγω της επιπολαιότητας και του θράσους του γένους τους».302 H προσβλητική αυτή άποψη ήταν επικρατούσα μέσα στην ιουδαϊκή κοινωνία. Όμως, ο αναστημένος Χριστός ήρθε και την ανέτρεψε: φανερώθηκε μόνο στη Θεοτόκο και στη Μαρία τη Μαγδαληνή και κατ’ αυτόν τον τρόπο εξύψωσε το περιφρονημένο γένος των γυναικών. Σε αυτές που το ιουδαϊκό κατεστημένο δεν επέτρεπε να δίνουν μαρτυρία, αυτές επέλεξε ο Θεάνθρωπος προκειμένου να δώσουν τη σημαντικότερη μαρτυρία στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Ας επανέλθουμε όμως στο ζήτημα του χρόνου της Αναστάσεως. Σύμφωνα με όσα προαναφέραμε, έχουμε ήδη καταλήξει σε ένα σαφές συμπέρασμα: από τους τέσσερις ευαγγελιστές, μόνον ο Ματθαίος και ο Ιωάννης μας γνωστοποιούν με έμμεσο τρόπο τον χρόνο της Αναστάσεως του Χριστού. Και απ’ αυτούς τους δύο, η αναφορά του Ματθαίου έχει ασφαλώς τη μέγιστη χρονική σαφήνεια και ακρίβεια. Αυτό ακριβώς επισημαίνει και ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου και της αγίας Μακρίνης, στον οποίο αναφερθήκαμε στην αρχή της ενότητας. Ο Γρηγόριος, με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο, ορίζει ως χρόνο Αναστάσεως του Χριστού την εσπέρα του Σαββάτου και αποκαλεί τον Ματθαίο «Μέγα», διότι θεωρεί ότι είναι ο μόνος που μας γνωστοποιεί αυτόν τον χρόνο. Γράφει ο άγιος Γρηγόριος:

«Ερευνήστε λοιπόν την ώρα της Αναστάσεως και θα βρείτε την αλήθεια σε αυτά που λέγω. Πότε λοιπόν έγινε; “Όταν βράδιασε το Σάββατο”, φωνάζει ο Ματθαίος. Αυτή είναι η ώρα της Αναστάσεως με τη σαφήνεια του Ευαγγελίου, αυτό είναι το όριο της παραμονής του Κυρίου στα βάθη [του Άδη]. Ενώ δηλαδή υπήρχε βαθιά εσπέρα (αρχή εκείνης της νύχτας ήταν η εσπέρα, κατά την οποία άρχισε η ημέρα της Κυριακής), τότε γίνεται ο σεισμός, τότε ο άγγελος με τα αστραφτερά ενδύματα κυλά την πλάκα του μνημείου… Ο μέγας Ματθαίος, μόνος απ’ όλους τους ευαγγελιστές, δήλωσε με ακρίβεια την ώρα, λέγοντας ότι η ώρα της Αναστάσεως είναι η εσπέρα του Σαββάτου».303

Ο Γρηγόριος Νύσσης, ο οποίος ονομάστηκε «Πατέρας των Πατέρων» από την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο, είχε άριστη γνώση της ελληνικής παιδείας και άρτια φιλολογική κατάρτιση. Ως εκ τούτου, ήταν ο πλέον κατάλληλος για να ερμηνεύσει ορθά το εδάφιο. Αναφέρει με σαφήνεια, αλλά και με έμφαση, ότι η Ανάσταση του Χριστού έλαβε χώρα την εσπέρα του Σαββάτου, και πιο συ­γκεκριμένα όταν υπήρχε «βαθιά εσπέρα» – δηλαδή, όταν άρχιζε να πέφτει το βαθύ σκοτάδι. Ο Γρηγόριος συνδέει τη λέξη «ἐπιφωσκούσῃ» με την εσπέρα και εξηγεί ότι ο φωτισμός της Κυριακής έγινε όταν άρχισε να βραδιάζει, στην «αρχή εκείνης της νύχτας».

Ανάλογη θέση έχει διατυπώσει και ο άγιος Ιερώνυμος, ο οποίος το έτος 407, σε μια επιστολή του προς μια Γαλλίδα πιστή που ονομαζόταν Εδιβία (Hedibia), αναφέρει ότι σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ματθαίο «ο Κύριος αναστήθηκε την εσπέρα του Σαββάτου».304 Τη φράση «εσπέρα του Σαββάτου» (vespere Sabbati) χρησιμοποιεί ο Ιερώνυμος και στη λατινική μετάφραση του εδαφίου 28,1 του Ματθαίου.

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, που όπως αναφέραμε συνενώνει χρονικά τις αναφορές του Ιωάννη και του Ματθαίου και τις ερμηνεύει στο μέσον της νύχτας, αποδέχεται δύο φορές στο έργο του Ερμηνεία στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη ότι o ευαγγελιστής Ματθαίος ορίζει ως χρόνο Αναστάσεως του Χριστού την ώρα της εσπέρας. Γράφει ο Κύριλλος: «Ο Ματθαίος με αυτή του τη δήλωση προς εμάς, λέγει ότι η Ανάσταση [του Χριστού] έγινε την ώρα της βαθείας εσπέρας».305

Η ώρα της βαθείας εσπέρας, την οποία είχε υποστηρίξει και ο Γρηγόριος Νύσσης, είναι πολύ συγκεκριμένη στην ελληνική γλώσσα. Όπως προαναφέραμε, είναι η ώρα που πέφτει το βαθύ σκοτάδι.306

Ολοκληρώνουμε την παρούσα ενότητα με την αναφορά ενός ακόμη αγίου πατέρα. Όπως είχαμε αναφέρει στο 2o κεφάλαιο (βλ. σ. 21), σ’ ένα από τα σημαντικότερα αποσπάσματα που περιέχει το παρόν βιβλίο, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασ­κηνός είχε εκφράσει την άποψη ότι την ώρα της Αναστάσεως του Χριστού, το Άκτιστον Φως της Θεότητάς του αναδύθηκε από τον Τάφο «ως ωραίος Νυμφίος». Στο τέλος αυτού του αποσπάσματος, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρεται και στον χρόνο που αναδύθηκε ο αναστημένος Νυμφίος. Ας δούμε το σύνολο της αναφοράς του: «Και αυτή η λαμπρή και φωτοφόρα ημέρα της αγίας Κυριακής, κατά την οποία το Άκτιστον Φως αισθητά (διά της οράσεως) αναδύεται από τον Τάφο, ως ωραίος Νυμφίος διά του κάλλους της Αναστάσεως· διότι το τέλος του Σαββάτου, το οποίο ο ευαγγελιστής το ονομάζει “οψέ Σαββάτων”, γίνεται η αρχή της Κυριακής».307
Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει ότι η ανάσταση του Νυμφίου Χριστού έλαβε χώρα αμέσως μετά το τέλος του Σαββάτου, μόλις άρχισε η ημέρα της Κυριακής – που σημαίνει αμέσως μόλις βράδιασε.308 Επιπλέον, αναφέρει ότι την εποχή του, σταματούσαν τη νηστεία της Σαρακοστής και γιόρταζαν την Ανάσταση την ώρα της βαθείας εσπέρας του Μεγάλου Σαββάτου.309
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επαναφέρουμε στη μνήμη και αυτά που αναφέρει το Γεωργιανό Τυπικό της Ιερουσαλήμ (βλ. σ. 35) που επίσης ορίζει ως χρόνο εορτασμού της Αναστάσεως του Χριστού την εσπέρα του Σαββάτου.

O σημερινός χρόνος εορτασμού της Αναστάσεως του Χριστού, στις 00:00 τα μεσάνυχτα – παρά το ότι είναι μεταγενέστερος κατά πέντε περίπου ώρες από τον πραγματικό – είναι απολύτως ορθός, διότι αυτή την ώρα ξεκινάει η ημέρα της Κυριακής σύμφωνα με το δικό μας ημερολογιακό σύστημα.

Ανακεφαλαιώνοντας όλα όσα προαναφέρθηκαν, καταλήγουμε στο εξής συμπέρασμα: το πρωτότυπο ελληνικό κείμενο του Ματθαίου (στο εδάφιο 28, 1), όλες οι αρχαίες μεταφράσεις του, καθώς και οι άγιοι Γρηγόριος Νύσσης, Ιερώνυμος και Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ορίζουν ως χρόνο Αναστάσεως του Χριστού την αρχή της νύχτας του Σαββάτου, όταν άρχισε ημερολογιακά η ημέρα της Κυριακής. Και εφόσον άρχισε η ημέρα της Κυριακής, ο Χριστός εκπλήρωσε την υπόσχεσή του ότι θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα. Ας δούμε ποιες είναι αυτές οι τρεις ημέρες, μετρώντας τον χρόνο με τα ωρολογιακά και ημερολογιακά δεδομένα εκείνης της εποχής – θεωρώντας ότι η ημέρα αλλάζει μετά τη δύση του Ηλίου και όχι στις 00:00 τα μεσάνυχτα όπως σήμερα.310

Ημέρα 1η, Παρασκευή: ο Χριστός σταυρώνεται και θανατώνεται στον Γολγοθά στις 15:00 το μεσημέρι της Παρασκευής.

Ημέρα 2η, Σάββατο: το Σώμα του Θεανθρώπου παραμένει στον Τάφο ολόκληρη την ημέρα, από εσπέρα σε εσπέρα, περίπου 24-25 ώρες – δηλαδή από το σού­ρουπο της Παρασκευής μέχρι το σούρουπο του Σαββάτου.

Ημέρα 3η, Κυριακή: ο Χριστός ανασταίνεται μετά τη δύση του Ηλίου, όταν πέφτει η νύχτα του Σαββάτου και αρχίζει («φωτίζει») η ημέρα της Κυριακής, σύμφωνα με το ημερολογιακό σύστημα εκείνης της εποχής. Αυτή η χρονική στιγμή αποτελεί και την αφετηρία του θαύματος του Αγίου Φωτός της Ανα­στάσεως του Χριστού, την ιστορία του οποίου διερευνήσαμε στο παρόν βιβλίο.



Παραπομπές:

275. Κορ Β΄ 5, 17.
276. Βλ. Κορ. Α΄ 15, 13-17.

277. Σύμφωνα με το βυζαντινό λεξικό Μέγα Ετυμολογικόν (11ος αι.) η λέξη «ὀψὲ» σημαίνει «επί της εσπέρας», δηλαδή κατά το σούρουπο.

278. Στο πρώτο εδάφιο, ο Χριστός αναφέρεται στη Δευτέρα Παρουσία του και ζητά από τους ανθρώπους να είναι έτοιμοι και άγρυπνοι: «Ἀγρυπνεῖτε λοιπόν, διότι δὲν ξέρετε πότε ἔρχεται ὁ Κύριος τοῦ σπιτιοῦ, όταν βραδιάζει [«ὀψὲ»] ἤ τὰ μεσάνυχτα ἤ ὅταν λαλοῦν οἱ πετεινοί ἤ τὸ πρωί, μήπως ἔλθη ἔξαφνα καὶ σᾶς βρῆ νὰ κοιμᾶσθε» (Μάρκος 13, 35). Το δεύτερο εδάφιο αναφέρει τα εξής: «Καὶ ὅταν ὀψὲ ἐγένετο, ἐξεπορεύετο ἔξω τῆς πόλεως», που σημαίνει, «Καὶ ὅταν ἐβράδυασε ἐβγῆκε ἀπό τὴν πόλιν» (Μάρκος 11, 19). Η φράση «ὀψὲ ἐγένετο» ταυτίζεται με τη φράση «ὀψίας γενομένης», που επίσης σημαίνει «όταν βράδιασε».

279. O Γερμανο-Ισραηλινός φιλόλογος και επιγραφολόγος Dr. Moshe Schwabe, άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας, υπήρξε πρύτανης του Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ.

280. Θουκυδίδης, Ιστορία, 4.93: «ἤδη γὰρ καὶ τῆς ἡμέρας ὀψὲ ἦν», που σημαίνει «διότι ήδη πλησίαζε να νυχτώσει» (μετάφρ. Φ. Παπάς, εκδ. Πάπυρος). Για την αναφορά του Schwabe βλ. M. Smith, Tannaitic Parallels to the Gospels, Ιερουσαλήμ 1951, σ. 31.

281. Αυτή την έκφραση χρησιμοποιεί στα ελληνικά τον 4ο αιώνα ο άγιος Επιφάνιος λέγοντας «επιφωσκούσης εσπέρας»! (όταν φώτισε το βράδυ) για να δηλώσει το ξεκίνημα της πρώτης ημέρας του Πάσχα: «ἐπιφωσκούσης γὰρ τῆς κυριακῆς ἑσπέρας δύνανται θύειν τὸ Πάσχα» (Επιφάνιος, Πανάριον, PG 3, 244). Είναι η ίδια ακριβώς έκφραση που χρησιμοποιεί και ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Πίσω από αυτή την έκφραση κρύβεται μια εβραϊκή διατύπωση η οποία χρησιμοποιούνταν για να δηλώσει την αρχή της νέας ημέρας, καθώς και την αρχή του Πάσχα, μετά τη δύση του Ηλίου. Η έκφραση αυτή συναντάται στο σύγγραμμα του 2ου αιώνα Misnah, Pesachim, κεφ. 2, 1 (βλ. εκδόσεις M. Maimonides και O. Bartenora) όπου διαβάζουμε το εξής: «Όταν βραδιάζει τη 14η ημέρα γίνεται έρευνα για τα ένζυμα με ένα αναμμένο λυχνάρι» («On the evening of the fourteenth a check for ĥametz is made by lamplight»). Όμως, η λέξη «βραδιάζει» είναι γραμμένη με τη λέξη רוא που σημαίνει «φως». Αυτό συνέβαινε και για λόγους γλωσσικού καλλωπισμού. Προτιμούσαν την έκφραση «φώτισε η γιορτινή ημέρα του Πάσχα», παρά το γεγονός ότι εκείνη την ώρα έπεφτε η νύχτα.

282. Ο John Lightfoot (1602-1675) υπήρξε αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Βλ. J. Lightfoot, Commentary of the New Testament from the Talmud and Hebraica, Κέιμπριτζ 1674.

283. Καθηγητής Ιστορίας των Θρησκειών στη Θεολογική Σχολή του Χάρβαρντ.

284. Καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κολούμπια. Βλ. M. Smith, Tannaitic Parallels to the Gospels, Ιερουσαλήμ 1951, σ. 31.

285. Καθηγητής Ταλμουδικού Πολιτισμού και Ρητορικής στο Πανεπιστήμιο Berkeley.

286. Ο George Foot Moore και ο Daniel Boyarin έχουν υποστηρίξει ότι η ελληνική φράση του Ματθαίου αποτελούσε φιλολογική αναπαραγωγή μιας συγκεκριμένης εβραϊκής έκφρασης. Βλ. D. Boyarin, “After the Sabbath”, JTS 52, 2 (2001), 678–688. Βλ. επίσης G.F. Moore, “Conjectanea Talmudica”, JAOS 26 (1905), 328.

287. Ο Isaac Wilk Oliver, στη διδακτορική του διατριβή με τίτλο Torah Praxis after 70 C.E.: Reading Matthew and Luke-Acts as Jewish Texts (Πανεπιστήμιο Μίτσιγκαν, 2012), αναφέρει τα εξής: “The Greek verb επιφώσκω would be the rendition of the Hebrew רוא ל or the Aramaic יהגנ, which refer to ‘light,’ but point not to the dawning light of early sunrise, but to the beginning of the day at sunset (following Jewish reckoning of time). This would mean that for Matthew Mary Magdalene and Mary visit the tomb after the end of the Sabbath, that is, after sunset, in our modern parlance, on a Saturday night, and not early Sunday morning”.

288. Η λέξη «ἐπιφωσκούσῃ» προέρχεται από το ρήμα «επιφώσκω» ή «φώσκω». Στο βυζαντινό Λεξικό του Γουδία αναφέρεται ότι η λέξη φώσκω σημαίνει «φαίνω» = φανερώνω, φέρνω κάτι στο φως. Η φράση λοιπόν «ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων» σημαίνει «όταν φάνηκε η Κυριακή», ή «όταν άρχισε η ημέρα της Κυριακής» μετά τη δύση του Ηλίου.

289. Λουκάς 23, 56. Στην έκδοση της Αποστολικής Διακονίας μεταφράζεται «και επλησίαζε το Σάββατο», που όμως δεν αποδίδει σωστά το νόημα. Επιπλέον, σύμφωνα με αυτή τη μετάφραση σημαίνει ότι ο Ήλιος δεν είχε δύσει. Όμως, ο Ματθαίος αναφέρει το αντίθετο.

290. Βλ. Ματθαίος 27, 57. Ο Ματθαίος αναφέρει ότι είχε βραδιάσει («ὀψίας γενομένης») ήδη από την ώρα που ο Ιωσήφ της Αριμαθαίας είχε ζητήσει από τον Πιλάτο το νεκρό σώμα του Ιησού. Άρα η ταφή, που έγινε αργότερα, πραγματοποιήθηκε όταν έπεφτε το βαθύ σκοτάδι.

291. Το βράδυ της 4ης Απριλίου του 33 μ.Χ., κατά το οποίο έλαβε χώρα η Ανάσταση του Χριστού, ο ήλιος έδυσε στην Ιερουσαλήμ στις 18:00, ενώ το απόλυτο σκοτάδι έπεσε λίγο μετά τις 19:00. Γι’ αυτό και αναφέρουμε τον χρόνο της Αναστάσεως στις 19:00 (ή στις 20:00 με τη σημερινή θερινή ώρα), πάντοτε κατά προσέγγιση.

292. Το 382 μ.Χ. ο Πάπας Δαμάσιος ανέθεσε στον άγιο Ιερώνυμο το έργο της ανασκευής και της διόρθωσης των παλαιότερων λατινικών μεταφράσεων των Ευαγγελίων. Ο Ιερώνυμος γνώριζε άριστα ελληνικά και εβραϊκά, και η μετάφραση του στο εδάφιο του Ματθαίου είναι άριστη. Εξίσου άριστη είναι και η αρχαία αρμενική μετάφραση του εδαφίου. Η αρχαία αρμενική μετάφραση της Καινής Διαθήκης φημίζεται για την εξαιρετική ακρίβεια και αξιοπιστία της, και γι’ αυτό ο Γάλλος ιστορικός και ανατολιστής Mathurin de La Croze την αποκάλεσε «Βασίλισσα των μεταφράσεων της Καινής Διαθήκης». Η λατινική και η αρμενική μετάφραση του εδαφίου του Ματθαίου είναι απολύτως ίδιες. Η λατινική μετάφραση του αγίου Ιερωνύμου αναφέρει τα εξής: «Vespere autem sabbati quae lucescit in primam sabbati venit Maria Magdalene et altera Maria videre sepulchrum». Η αρμενική μετάφραση αναφέρει τα εξής: «ºõ Û»ñ»ÏáÛÇ ß³µ³ÃáõÝ ÛáñáõÙ Éáõë³Ý³Ûñ Ùdz߳µ³ÃÇÝ, »ÏÝ Ø³ñdz٠ س·¹³Õ»Ý³óÇ »õ Ù»õë سñdzÙÝ ï»ë³Ý»É ½·»ñ»½Ù³ÝÝ». Η κοινή μετάφραση των δύο αποσπασμάτων είναι η εξής: «Την εσπέρα του Σαββάτου, κατά την οποία φώτισε (άρχισε) η πρώτη ημέρα της εβδομάδας». Η λέξη «οψέ» μεταφράζεται ως «εσπέρα» και επιπλέον χρησιμοποιείται η φράση «κατά την οποία». Άρα, ο αναγνώστης κατανοεί ότι ο φωτισμός της Κυριακής έγινε μόλις άρχισε να νυχτώνει.

293. Boyarin, “After the Sabbath”, JTS 52, 2 (2001), σ. 685: “Those who want to translate επιφωσκούση as “dawning,” that is, as a reference to Sunday morning, usually do so in order to harmonize Matthew with the other gospel accounts”.

294. Βλ. Ευσέβιος, Πρὸς Μαρίνον περί τῶν εὐαγγελίοις ζητημάτων και λύσεων, PG 22, 941.

295. Γρηγόριος Παλαμάς, Τῇ Κυριακῇ τῶν Μυροφόρων, ΕΠΕ 9, σ. 527.

296. Hieronymus, Αd Hedibiam, ερώτ. 4η, PL 22.988: «...sanctas feminas, Christi absentiam non ferentes, per totam noctem, non semel, nec bis, sed crebro ad sepulcrum Domini cucurrisse, praesertim cum terraemotus...».

297. Βλ. Κύριλλος Αλεξανδρείας, Ἑρμηνεία εἰς τὸ κατά Ἰωάννην εὐαγγέλιον, τ. 3, Οξφόρδη 1872, σ. 109: «ὁ μὲν γὰρ ἀπὸ τοῦ τέλους τῆς νυκτὸς, ὁ δὲ ἀπὸ τῆς ἀρχῆς λαβὼν, πρὸς τὸ βάθος ἕρπει τῶν ὡρῶν, καὶ εἰς αὐτὸ κάτεισι, καθάπερ ἔφην ἀρτίως, τὸ μεσαίτατον».

298. Πράξεις Αποστόλων 20, 7: «Ἐν δὲ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων συνηγμένων ἡμῶν κλάσαι ἄρτον ὁ Παῦλος διελέγετο αὐτοῖς». Η φράση περιγράφει την ώρα που οι μαθητές συγκεντρώνονταν για να κόψουν και να κοινωνήσουν τον άρτο της Θείας Ευχαριστίας – πράξη που γινόταν αποκλειστικά την ώρα της εσπέρας, όπως έπραξε και ο Χριστός στον Μυστικό Δείπνο.

299. Βλ. λεξικά Liddell-Scott και Σταματάκος. Η λέξη πρωί συναντάται για πρώτη φορά τον 8ο π.Χ. αιώνα στην Οδύσσεια του Ομήρου (ραψ. 24, 28), όπου σημαίνει πρώιμα, πολύ νωρίς.

300. Η λέξη πρωί μεταφράζεται early (νωρίς) σχεδόν σε όλες τις αγγλικές μεταφράσεις.

301. Το αρχαίο κείμενο του εδαφίου αναφέρει τα εξής: «Ἀναστὰς δὲ πρωῒ πρώτῃ σαββάτου ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ» (Μάρκος 16, 9). Η μετάφραση της “Αποστολικής Διακονίας” αναφέρει τα εξής: «Ἀφού δὲ ἀναστήθηκε τὸ πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, ἐμφανίσθηκε πρῶτα εἰς τὴν Μαρίαν τὴν Μαγδαληνήν». Η συγκεκριμένη μετάφραση εννοεί ότι ο Χριστός αναστήθηκε το πρωί της Κυριακής, μετά την ανατολή του Ηλίου, κάτι που ασφαλώς δεν ισχύει. Η λέξη πρωί έχει και πάλι την έννοια “νωρίς” και το εδάφιο σημαίνει ότι ο Χριστός αναστήθηκε νωρίς την (ιουδαϊκή) Κυριακή, δηλαδή στην αρχή της νύχτας.

302. Ιώσηπος, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, 4.128.

303. Γρηγόριος Νύσσης, Περί τῆς τριημέρου προθεσμίας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, Leiden 1967, ed. E. Gebhardt, τ. 9, σ. 289: «ζήτησόν μοι λοιπὸν τὴν ἀναστάσιμον ὥραν καὶ εὑρήσεις τὴν ἐν τοῖς εἰρημένοις ἀλήθειαν. πότε οὖν τοῦτο ἐγένετο; Ὀψὲ σαββάτων, ὁ Ματθαῖος βοᾷ. αὕτη σοι ἡ ὥρα τῆς ἀναστάσεως κατὰ τὴν τοῦ εὐαγγελίου σαφήνειαν, οὗτος ὁ ὅρος τῆς ἐν καρδίᾳ διαγωγῆς τοῦ κυρίου· ἑσπέρας γὰρ ἤδη βαθείας γεγενημένης (ἀρχὴ δὲ ἦν τῆς νυκτὸς ἐκείνης ἡ ἑσπέρα, ἣν διαδέχεται ἡ μία τῶν σαββάτων ἡμέρα) τότε ὁ σεισμὸς γίνεται, τότε ὁ καταστράπτων τοῖς ἐνδύμασιν ἄγγελος ἀποκυλίει τὸν λίθον τοῦ μνημείου... ἀλλ' ὁ μέγας Ματθαῖος μόνος τῶν εὐαγγελιστῶν πάντων τὸν καιρὸν δι' ἀκριβείας παρεσημήνατο εἰπὼν τὴν ἑσπέραν εἶναι τοῦ σαββάτου ὥραν τῆς ἀναστάσεως».

304. Hieronymus, Αd Hedibiam, επιστολή 120, κεφ. 12, ερώτ. 3, PL 22.987: “...Matheus, qua­ndo Dominus surrexerit vespere sabbati”.

305. Κύριλλος Αλεξανδρείας, Ερμηνεία εις το κατά Ιωάννην ευαγγέλιον, τ. 3, Οξφόρδη 1872, σ. 109: «Ματθαῖος γεμὴν τὴν αὐτὴν ἡμῖν ποιούμενος δήλωσιν, ἑσπέρας ἔφη βαθείας οὔσης γενέσθαι τὴν ἀνάστασιν».

306. Ο Φίλων ο Αλεξανδρινός (1ος αι. μ.Χ.) προσδιορίζει με τη φράση «βαθείαν εσπέραν» την ώρα που επέστρεφαν τα πλοία στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας διότι έπεφτε η νύχτα: «θαλαττεύειν ἄχρι τοῦ βαθεῖαν ἑσπέραν ἐπιγενέσθαι καὶ νυκτὸς τοῖς λιμέσι προσχεῖν» (Εις Φλάκκον, 27).

307. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Λόγος εις το Άγιον Σάββατον, PG 96, 628: «καί αὐτή ἡ τῆς ἁγίας Κυριακῆς λαμπρά καί φαεσφόρος ἡμέρα, ἐν ᾗ τό ἄκτιστον φῶς σωματικῶς ἐκ τοῦ τάφου πρόεισιν, ὡς νυμφίος ὡραῖος τῷ κάλλει τῆς ἀναστάσεως· τὸ γὰρ τέλος τῶν Σαββάτων, ὅπερ ὀψὲ Σαββάτων φησὶν ὁ εὐαγγελιστὴς, ἀρχὴ τῆς μιᾶς τῶν Σαββάτων γίνεται».

308. Η ώρα της εσπέρας δεν αποτελούσε αρχή της νέας ημέρας μόνο για τους Ιουδαίους της εποχής του Χριστού, αλλά και για τους χριστιανούς της αρχαίας εκκλησίας ή της βυζαντινής περιόδου. Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στην ουσία μεταφράζει την επίμαχη φράση του Ματθαίου με άριστο τρόπο: «Στο τέλος του Σαββάτου, όταν άρχισε η ημέρα της Κυριακής».

309. Ιωάννης Δαμασκηνός, Περί των αγίων νηστειών, PG 95, 77: «τελέσαντες τὰς ἁγίας τοῦ Πάσχα ἡμέρας, ἑσπέρᾳ βαθείᾳ τοῦ ἁγίου Σαββάτου καταπαύσομεν τὴν νηστείαν».

310. Μετράμε τον χρόνο σύμφωνα με τα δεδομένα του 1ου αιώνα, διότι και ο Ιησούς είπε ότι θα αναστηθεί την τρίτη ημέρα χρησιμοποιώντας εκείνα τα χρονικά δεδομένα, και όχι αυτά που έχουμε εμείς σήμερα.

 

 
Είσοδος Μελών





Επισκέπτες
Έχουμε 42 επισκέπτες συνδεδεμένους
Τρόποι πληρωμής
Μπορείτε να επιλέξετε έναν από τους 4 τρόπους πληρωμής:
  1. Με αντικαταβολή
  2. Με κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό
  3. Με Paypal
  4. Με Credit Cart or Paypal (δεν χρειάζεται να έχετε λογαριασμό στο Paypal)